Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Ξεφυλλίζοντας την Σιωπή.... συνέχεια

σελ 69.................................................................................................

Μα τι να κάνω την ύπαρξη μου, χωρίς εσένα,
φίλε μου, δικέ μου.
Που ν' ακουμπήσω. Με ποιον να κλάψω. Με ποιον
να πιω κρασί. Με ποιον να μοιραστώ, ιδίως, τη χαρά μου.
Δε γίνεται χωρίς εσένα, διπλανέ μου.
Μέσα στη δική σου κόλαση, ανιχνεύω τις στιγμές
της ευτυχίας μου.


σελ 70..................................................................................................

Κάποτε, με είχε παρασύρει ένα ορμητικό ποτάμι
κι ήμουνα έτοιμη να πνιγώ.
Λίγα μέτρα πιο μπροστά από μια πεινασμένη θάλασσα,
που άνοιγε το στόμα της να με καταπιεί,
θυμήθηκα ξαφνικά τα λόγια σου.
Ακουσα μέσα μου σα μουσική την τρυφερή φωνή σου.
" Να ξέρεις πάντα πως είμαι πλάι σου και σ' αγαπώ.
Σ΄εμπιστεύτηκα για να κρατήσεις τ΄όνειρο μου.
Και μου ΄χεις δώσει όρκο πως θα το φυλάξεις".



σελ 76.................................................................

Τι ξέρεις εσύ από τέτοιους τόπους.
Αν επιχειρήσεις να ΄ρθεις, θα χαθείς.
Ούτε κι εγώ θυμάμαι να γυρίσω πίσω.
Η νοσταλγία μου δεν έχει πια το χρώμα των ματιών σου.
Τώρα, κάθε πρωί, γερμένη σ΄ένα μεγάλο παραθύρι,
καλημερίζω την καινούργια μου ζωή.


σελ 81.............................................................................................................

Είναι γεγονός πως κάποιοι άνθρωποι δεν μπόρεσαν
ποτέ ν' απλώσουν τα "ρούχα" τους στον ήλιο, να τα στεγνώσουν.
Πάντα βρεγμένα τα φορούν.
Δεν είναι η ζωή που φταίει γι' αυτό, κι ας της ρίχνουν
όλα τα βάρη.
Ούτε οι ίδιοι, βέβαια, φταίνε.
Φταίει το ότι δεν τους χάρισε ποτέ κανείς έναν ήλιο.
Ενα όλοδικο τους ήλιο.
Ν΄ανατέλλει, να δύει και πάλι ν΄ανατέλλει λαμπερός
μέσα τους.


σελ 85.....................................................................................................

Θέλω να μείνεις μαζί μου απόψε.
Να μείνεις ώσπου το δάκρυ της νύχτας
να στεγνώσει στα βλεφαρά μας.
Ώσπου τ΄αστέρια να γίνουν στάχτες στις παλάμες μας.
Ώσπου το φεγγάρι να βασιλέψει πάνω στα κορμιά μας.


σελ 88..................................................................................................

Να ΄μαστε λέει, όλοι μαζί...
Να ΄μαστε σε μια βάρκα και ν΄αρμενίζαμε.
Να ΄ταν η θάλασσα γυαλί. Να ΄χε φεγγαράδα.
Κι εμείς να λέμε αστεία και να γελάμε.
Ν΄αγκαλιαζόμαστε και να τραγουδάμε.
Να μην είχαμε βάσανα και μαύρες σκέψεις.
Τίποτα να μην είχαμε.
Να ΄μαστε ελεύθεροι σαν τα παιδιά. Και ν΄αρμενίζαμε...
Και να ΄ταν από πάνω μας ένας Θεός, γλυκός σα μέλι,
να μας καμάρωνε.
Να ΄μαστε, λέει!....


σελ 101........................................................................................

Αγκάλιασε σφιχτά τον εαυτό σου. Κρύψου κα΄τω απ΄το δέρμα σου.
Μέσα στις χούφτες σου.
Ζέστανε την ψυχή σου με την ανάσα σου.
Και σκέψου πόσα πράγματα σημαντικά έχεις να κάνεις,
μόλις περάσει η καταιγίδα.


σελ 103........................................................................................

Τόση κούραση, τόση σπατάλη, για να πετύχεις τι;
Οργάνωσες ολόκληρο καρναβάλι, έφτιαξες άρματα.
μοίρασες όλα τα υπάρχοντά σου, όλο το πάθος σου,
όλο το μυαλό σου, να βρεις κατάλληλες στολές, μάσκες.
και αβανταδόρους ν΄ακολουθούν την πομπή σου.
Ξέχασες όμως, φίλε, κάτι πολύ σημαντικό.
Στο τέλος, πάντα, καίνε τον καρνάβαλο!....

σελ 118.........................................................................................

Πέταξε πια την πανοπλία από πάνω σου.
Τόσες προμήθειες σε όπλα, τόση εκπαίδευση για άμυνα,
τόσες στολές παραλλαγής..
Έτσι έχεις την εντύπωση πως δε θα πληγωθείς ποτέ;
Και τι ήρθες στη γη να κάνεις. Να παριστάνεις τον πολέμαρχο;
Πόσο θ΄αντέξεις έρποντας στ΄αναχώματα, σαν σκουλήκι;

τέλος................................

Στέκεσαι εκεί, σαν βλέμμα ερημιάς. Και κλαίς.
Στέκεσαι εκεί και ξερογλείφεις τις προφάσεις που έχεις ανακαλύψει,
για να κρατάς μες στη μιζέρια την ψυχή σου.
Στέκεσαι εκεί και λογαριάζεις πόσα σ΄αρπαξαν,
πόσα σου ΄κλέψαν, πόσα σου ρήμαξαν.
Μήπως δεν είναι έτσι ακριβώς, μωρό μου;
Μήπως εσύ οδηγούσες κάθε φορά,
από την πίσω πόρτα της ψυχής σου, το ληστή;
Κι ύστερα, μόλις γύριζε την πλάτη του, μόλις απομακρυνόταν
- αφού το ΄βλεπες καθαρά πως είχε αρπάξει τους θησαυρούς σου
και συ δεν τον σταματούσες - αρχιζες τα κλάμματα και φώναζες
" Βοήθεια ! Ληστεία!"

6 σχόλια:

Eύη Καφούρου Αλιπράντη είπε...

τί ωραία που είναι αυτά; απο ποιό βιβλίο;

ποντίκι είπε...

Ξεφυλλίζοντας την σιωπή " Αλκυονη Παπαδάκη. Ευη ζήτασ το και θα το βρεις. Είναι από τα αγαπημένα μου.
Μικρό είναι έχω και παλαιότερες αναρτήσεις...
Σε ευχαριστώ που πέρασες....
Τα φιλιά μου.

gregory είπε...

Καλησπερα σου..

jacki είπε...

Αλκυόνη Παπαδάκη.. Απλά υπέροχη.. Πολύ όμορφα τα κομμάτια αυτά.
Καλημέρα σου.

Jobove - Reus είπε...

very good blog, congratulations
regard from Reus Catalonia Spain
thank you

dapazzi είπε...

κάποια μέρα να επισκεφθούν την Ελλάδα.
Λατρεύω το σύνολο του πολιτισμού.
Η Μεσόγειος είναι το λίκνο της δυτικής.

boro.